- πρωκτοπεντετηρίς
- πρωκτοπεντετηρίς, ίδος, ἡ,A quinquennial debauchery, Ar.Pax876.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
πρωκτοπεντετηρίς — ίδος, ἡ, Α η ανά πενταετία γιορτή τού πρωκτού, η πενταετηρίδα τής ακολασίας («ὅσην ἔχει τὴν πρωκτοπεντηρίδα», Αριστοφ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < πρωκτός + πεντετηρίς] … Dictionary of Greek
πρωκτοπεντετηρίδα — πρωκτοπεντετηρίς quinquennial debauchery fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)